
Η απαξίωση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και η τραγική επιβάρυνση του ΕΟΠΥΥ
Γράφει η Χριστίνα Παπανικολάου Βιοπαθολόγος, MD, πρ. Δ/α ΕΣΥ, πρ. Γενική Γραμματέας Δημόσιας Υγείας Υπ. Υγείας
Τα πρόσφατα διαδοχικά επεισόδια παράνομων υπερσυνταγογραφήσεων και της δράσης «κυκλωμάτων» στο πεδίο της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, αποδεικνύουν για άλλη μια φορά την πλήρη ανικανότητα και αδιαφορία των αρμόδιων αρχών να ρυθμίσουν την λειτουργία αυτού του πολύτιμου ψηφιακού εργαλείου, προς όφελος της Κοινωνικής Ασφάλισης και των πολιτών.
Σε αντίθεση με τις «βαρύγδουπες» περσινές δηλώσεις του Υπουργού Υγείας, μετά την αποκάλυψη παρόμοιων περιστατικών, ότι θα θωρακιστεί το σύστημα με νέα ηλεκτρονικά φίλτρα και ότι θα «παταχθούν» ανελέητα οι παρανόμως συνταγογραφούντες.
Στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης και του ψηφιακού μετασχηματισμού το σύστημα εμφανίζεται «διάτρητο», έρμαιο στη δράση παράνομων συμφερόντων, χωρίς δυνατότητα αποτροπής κακόβουλων παρεμβάσεων , κλονίζοντας την εμπιστοσύνη ασθενών και χρηστών και επιβαρύνοντας με πολλά εκατομμύρια ευρώ την φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ.
Η ηλεκτρονική συνταγογράφηση λειτουργεί στη χώρα μας περισσότερο από 10 χρόνια και δημιουργήθηκε κάτω από πολύ δύσκολες μνημονιακές συνθήκες, όχι μόνο για τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης, που το τραγικά υψηλό της επίπεδο απειλούσε την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών Ταμείων, αλλά και για την καταπολέμηση της πολυφαρμακίας, που αποτελεί μόνιμο κίνδυνο για την Δημόσια Υγεία.
Το Υπουργείο Υγείας, παρά τα 275 εκ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του Υγειονομικού συστήματος, δεν έχει αναβαθμίσει το σύστημα, δεν έχει δημιουργήσει τις αναγκαίες δικλείδες ασφαλείας, δεν το έκανε περισσότερο φιλικό στους χρήστες- ιατρούς, δεν έχει ενσωματώσει εφαρμογές ανάλυσης του τεράστιου όγκου δεδομένων που συγκεντρώνει καθημερινά, με την έκδοση 5-6 εκ. συνταγών μηνιαίως.
Η αξιοποίηση αυτών των δεδομένων, (big data), μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση στρατηγικών Δημόσιας Υγείας σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστο εργαλείο και για τη διαμόρφωση φαρμακευτικής πολιτικής βασισμένης στην αξιολόγηση πραγματικών αναγκών , για την καταπολέμηση της φαρμακευτικής σπατάλης, αλλά και των ανισοτήτων στην πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες.
Αυτά, όμως, συμβαίνουν σε μια χώρα, όπου οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας αγγίζουν το 33% των συνολικών δαπανών, όπου χαμηλοσυνταξιούχοι και εργαζόμενοι καταβάλλουν την υπερβολική συμμετοχή του 25% για τα φάρμακα και όπου οι καρκινοπαθείς και άλλοι χρόνιοι ασθενείς ταλαιπωρούνται σε αναμονές στα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ για τα φάρμακά τους.
Σε μια χώρα που αφήνει διαχρονικά τον ολιγοπωλιακό, πλέον, Ιδιωτικό τομέα να γιγαντώνεται, να λειτουργεί ανεξέλεγκτα εις βάρος της Κοινωνικής Ασφάλισης, μέσω της προκλητής ζήτησης άχρηστων υγειονομικών υπηρεσιών, αλλά έχει και το θλιβερό προνόμιο να είναι από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη στις ανισότητες σε ότι αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας.
Είναι θλιβερό το γεγονός, όταν ο ψηφιακός μετασχηματισμός υποβιβάζεται σε «gadget”, με «βραχιολάκια» στα επείγοντα, όταν όλοι γνωρίζουμε, ότι οι αναμονές οφείλονται στην υπερβολική προσέλευση μη έκτακτων περιστατικών λόγω ανυπαρξίας οργανωμένου συστήματος Πρωτοβάθμιων υπηρεσιών Υγείας (πάνω από το 50%) και στις μεγάλες ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό.
Πόσο, όμως, ασφαλή είναι τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα Υγείας των Ελλήνων πολιτών που έχουν συγκεντρωθεί κατά την δεκαετή λειτουργία του συστήματος? Τηρούνται οι θεσμοθετημένοι κανόνες προστασίας του ΓΚΠΠΔ για την αποθήκευση, τη διαχείριση, και την πρωτογενή ή δευτερογενή χρήση τους? Υπάρχει σχέδιο κυβερνοασφάλειας για την αποτροπή κακόβουλων επιθέσεων στο σύστημα?
Γνωρίζουν οι αρμόδιοι την αξία αυτών των δεδομένων? Αυτά και πολλά επιπλέον ερωτήματα και ενστάσεις είναι λογικό να απασχολούν κάθε Έλληνα πολίτη, ειδικά μετά και από τις δύο πρόσφατες πρωτοβουλίες του Υπουργείου Υγείας, να παραδώσει χωρίς όρους την Τηλεϊατρική στον Ιδιωτικό τομέα και τον γονιδιακό έλεγχο των νεογνών σε ιδιωτικές εταιρίες Αμερικανικών συμφερόντων!
Χριστίνα Παπανικολάου Βιοπαθολόγος,
MD, πρ. Δ/α ΕΣΥ, πρ. Γενική Γραμματέας Δημόσιας Υγείας Υπ. Υγείας