Τα παράδοξα της ιατρικής στην Ελλάδα και οι κίνδυνοι
Γράφει ο Γεώργιος Μπαρμπουνάκης, Ειδικός Παθολόγος
Ως γνωστό η χώρα μας έχει τα μεγαλύτερα ιατρικά παράδοξα στον πλανήτη. Καταγράφεται ένα εξαιρετικά μεγάλο δυναμικό ιατρών ανά πληθυσμό, παρόλα αυτά όταν αναζητούμε σαν πολίτες μια κρίσιμη δομή, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε κραυγαλέες ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού.
Η έλλειψη αφορά κάθε ιατρική ειδικότητα, αλλά στον τομέα της παθολογίας είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, μάλιστα είναι τόσο μεγάλες που αφορούν ολόκληρα νοσοκομεία σε επίπεδα νομών. Το ΕΣΥ μαστίζεται από πολύ χαμηλά επίπεδα επάνδρωσης, αλλά κάτι που είναι ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι οι αριθμοί αυτοί αφορούν και νέους συναδέλφους που είναι ο κορμός των επειγόντων. Ειδικά στην παθολογία η απροθυμία είναι εμφανής.
Τα αίτια αυτής της καταγραφής είναι ο απίστευτος φόρτος εργασίας που πλέον ένας παθολόγος θα πρέπει να διεκπεραιώσει, ένα φαινόμενο που έχει να κάνει με τη σταδιακή μείωση προσωπικού, αλλά και τη συνολική υποβάθμιση της πρωτοβάθμιας υγείας.
Πρόσφατα επισκέφθηκα ένα φαρμακείο σε κεντρικότατο σημείο της Αθήνας που ως πάγια τακτική προχωρούσε σε αυθαίρετη φαρμακοδοσία χωρίς καμία ιατρική συνταγή και αυτό φυσικά δεν είναι η εξαίρεση.
Σύμφωνα με τη λογική του κράτους για τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, ενθαρρύνεται κάθε αυτοθεραπεία που δεν αποζημιώνεται από τον ασφαλιστικό φορέα. Πρόσφατα ακούσαμε εξαγγελίες για περαιτέρω μείωση της δαπάνης σε μάλιστα δυσθεώρητα νούμερα, όμως δεν είναι μόνο η περιστολή της δαπάνης.
Ενισχύεται η νομιμοποίηση της μη ιατρικής πράξης ακόμη και σε εξαιρετικά περίπλοκες διαδικασίες όπως η ενδεχόμενη ανάνηψη μετά από ένα αλλεργικό σοκ.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ένας νέος κλινικός ιατρός, πλέον χάνει την προοπτική της προστασίας των εργασιακών και επιστημονικών του δικαιωμάτων, στον βωμό του εμπορίου.
Επιπρόσθετα με τις νέες εξαγγελίες περί ιδιώτευσης νοσοκομειακών ιατρών δημιουργείται ένα καθεστώς εξόφθαλμης ανισότητας και αθέμιτου ανταγωνισμού. Το πρόβλημα διογκώνεται από τους εξευτελιστικούς μισθούς στον δημόσιο τομέα, αλλά και από την αδιαφορία του κράτους για την οποιαδήποτε ποιότητα ζωής του ιατρού.
Φυσικά ο γιατρός μιας παθολογικής ειδικότητας καλείται να διαχειριστεί και τις αστοχίες του συστήματος. Για παράδειγμα πρέπει να κάνει ιατρική σε πληθυσμούς ανασφαλίστων που έχουν ίσως και κάτω από στοιχειώδη πρόσβαση σε δομές. Μάλιστα αυτό το φαινόμενο με την κατάργηση πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας αναμένεται να μεγιστοποιηθεί, τόσο εξαιτίας της πολιτικής κατεύθυνσης, όσο και των νέων οικονομικών δεδομένων.
Ταυτόχρονα ο Έλληνας ιατρός είναι καλά καταρτισμένος και ζει και αυτός σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Γνωρίζει τις συνθήκες εργασίας και τις μισθολογικές απολαβές που υπάρχουν πλησίον του. Χαρακτηριστικά θα αναφέρουμε ότι ένας ιατρός πρωτοβάθμιας μεσοσταθμιστικά λαμβάνει στην Αγγλία 152.000 ευρώ, στην Γερμανία 200.000, στην Γαλλία 118.000 , την Αμερική 240.000, την Κύπρο 100.000.
Θα ήθελα να επισημάνω τον κίνδυνο τόσο για τον κλάδο της παθολογίας όσο και για τη δημόσια υγεία. Η κοινωνία δεν μπορεί να υποστεί νέα μείωση στις φαρμακευτικές τις δαπάνες, αδυνατεί να καλύψει πλέον περισσότερα ιδιωτικά έξοδα και ο ιατρικός κόσμος έχει εξαντληθεί.
Πρέπει επιτέλους να προστατευτεί ως τελευταίο όπλο η έννοια της ιατρικής πράξης, δεν μπορούν εμπορικά συμφέροντα να ωθούν την παράνομη φαρμακοδοσία. Διαφορετικά, χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, με πενιχρούς μισθούς και αθέμιτο ανταγωνισμό, πλέον τα πιο απαραίτητα χαρτιά για έναν ιατρό και κατ’ επέκταση Παθολόγο, θα είναι το διαβατήριό του…